ΟΙ Βυζαντινές εκκλησίες της Αθήνας






Η Αθήνα, το σύμβολο του κλασικού πολιτισμού, δεν ακολούθησε την ίδια πορεία στους βυζαντινούς χρόνους. Μετά την ύστερη αρχαιότητα, κατά την οποία είχε διατηρήσει τη θέση ενός μεγάλου εκπαιδευτικού και πολιτιστικού κέντρου της Αυτοκρατορίας ήρθε η απαγόρευση της διδασκαλίας των εθνικών φιλοσόφων της σχολής του Πλάτωνα από τον Ιουστινιανό και η μετατροπή ακόμη και του Παρθενώνος στην Ακρόπολη σε χριστιανικό ναό. Κι αυτή τη φορά, τη λατρεία μιας ειδωλολατρικής παρθενικής θεάς διαδέχτηκε η λατρεία της χριστιανικής Παρθένου. Οι δυο αυτές πρωτοβουλίες της Βυζαντινής κυβέρνησης σφράγισαν ουσιαστικά το τέλος της εθνικής πολιτιστικής παράδοσης της Μεσογείου, που είχε ταυτισθεί με την Αθήνα. Ακολούθησε η σταδιακή δημογραφική και οικοδομική παρακμή που είναι χαρακτηριστική της εποχής μετά τον 6ο αιώνα για όλη την Ελλάδα Η ανατροπή της παραδοσιακής οικονομικής ζωής που επήλθε με τις επιδρομές από βορρά (οι Έρουλοι στα τέλη του 3ου αιώνα, οι Γότθοι στα τέλη του 4ου , οι Βάνδαλοι κατά τον 5ο αιώνα, οι Σλάβοι μετά τα μέσα του 6ου αιώνα, οι Σαρακηνοί τον 8ο αιώνα και αργότερα), δημιούργησαν την κατάσταση μιας υποτονικής κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής. 












Η Αθήνα, η κατείδωλος πόλις, όπως την ονόμασε ο απόστολος Παύλος στο πέρασμά του από αυτήν, είχε δεχθεί τον χριστιανισμό ήδη από τον 3ο μ. Χ αιώνα. Είναι ενδιαφέρον μάλιστα ότι εκπροσωπήθηκε με επίσκοπο στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας (325 μ. Χ). Στην ύπαιθρο χώρα, οι αυτάρκεις αγροτικές κοινότητες που, ουσιαστικά συνεχίζουν τη ζωή των αρχαίων δήμων, ασπάσθηκαν το χριστιανισμό, και, με την ελευθερία που τους παρείχε η απόσταση από το κέντρο, άρχισαν να οικοδομούν τους πρώτους ναούς, κυρίως από τα τέλη του 5ου – αρχές του 6ου αιώνα. Οι ναοί αυτοί, βασιλικές με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα, συγκροτήματα ολόκληρα πολλές φορές, στη Βραώνα, στα Αιγόσθενα (Πόρτο-Γερμενό), στη Σταμάτα, στο Λαύριο ή τη Γλυφάδα αλλά και σε πολλά άλλα μέρη, είναι αντιπροσωπευτικά παραδείγματα του είδους στην Αττική. Φωτιστήρια, Βαπτιστήρια και θαυμάσια ψηφιδωτά λαμπρύνουν τις βασιλικές αυτές. 

Λίγο αργότερα, υπόγεια ρεύματα της Ιστορίας έφεραν τον αυτοκράτορα Κώνσταντα τον Β΄ να διαχειμάσει στην πόλη το έτος 662/663 μ.Χ., ενώ δύο γυναίκες επιφανών οικογενειών της Αθήνας -δείγμα ύπαρξης τοπικής αριστοκρατίας- η Ειρήνη και η ανεψιά της Θεοφανώ ανέβηκαν στο θρόνο του Βυζαντίου (στα τέλη 8ου και στον 9ο αιώνα αντίστοιχα).Και βέβαια, ο Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος εδώ εόρτασε τη νίκη του επί των Βουλγάρων, αποδίδοντας τιμή στο ναό της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, που δεν είναι άλλος από τον Παρθενώνα. 

Από τα μέσα του 9ου αιώνα, η Αττική ακολουθεί την ανοδική πορεία της Αυτοκρατορίας, μια πορεία αναδόμησης και άνθησης που είναι γνωστή ως μακεδονική αναγέννηση. Αρχίζουν να χτίζονται νέες εκκλησίες σε νέους αρχιτεκτονικούς τύπους. Η οικοδομική αυτή δραστηριότητα θα φτάσει στο αποκορύφωμά της κατά τον 11ο και 12ο αιώνα σε όλη την Αττική, κυρίως με δοκιμές πάνω στον κυρίαρχο – κατά τη μεσοβυζαντινή εποχή - αρχιτεκτονικό τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού που, στον ελλαδικό χώρο, αποκτά τις δικές του ιδιαιτερότητες. Ωστόσο, οι αναζητήσεις πάνε ακόμα πιο μακριά, μέσα από παλαιοχριστιανικές επιβιώσεις σε συνδυασμό με τις νέες φόρμες. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σε μια ιδιαίτερα ρηξικέλευθη αρχιτεκτονική πρόταση, όπως είναι ο ιδιαίτερα τολμηρός συνδυασμός περίκεντρου, τετρακόγχου και σταυροειδούς εγγεγραμμένου κτηρίου στην περίπτωση των Αγίων Αποστόλων Σολάκη στην αρχαία αγορά της Αθήνας. Επίσης, μια νέα αρχιτεκτονική οντότητα εμφανίζεται με τον περίφημο αθηναϊκό τρούλο που κομψά στέφει τα αττικά, μικρού συνήθως μεγέθους εκκλησάκια. 

Οι ναοί που χτίζονται την εποχή αυτή είναι οι γνωστοί σήμερα ναοί του ιστορικού κέντρου και όχι μόνο. Ολόκληρη η Αττική λαμπρύνεται με μια σειρά ναών. Ο λαμπρότερος όλων, το Δαφνί, κοσμείται με περίφημα ψηφιδωτά που φανερώνουν την επαφή της Αττικής με τα νέα καλλιτεχνικά ρεύματα των μεγάλων κέντρων της αυτοκρατορίας. Αλλά και τα ταπεινότερα εκκλησάκια, καθολικά μικρών μονών κάποτε, δεν στερούνται ενδιαφέροντος και-πολλές φορές- διατηρούν στο εσωτερικό τους τοιχογραφίες υψηλής αισθητικής αξίας, πράγμα που οδηγεί στο ερώτημα κατά πόσο η Αττική, την εποχή τούτη, όντως έβαινε συρρικνούμενη…