Η σαρκοφάγοι και οι βωμοί ήταν δύο από τους τύπους ταφικών μνημείων στη ρωμαϊκή
Θεσσαλονίκη. Μεμονωμένα, στις πλευρές δρόμων ή ενταγμένα σε ιδιόκτητους
περιβόλους, τους τόπους, μαζί με άλλα μνημεία, στήλες και αγάλματα
παραμένουν ως ανάμνηση των αγαπημένων τους στο διηνεκές.
Σαρκοφάγος
ονομάζεται η λίθινη θήκη στην οποία τοποθετούνταν το σώμα του νεκρού
μαζί με τα κτερίσματα, τα αντικείμενα δηλ. που τον συνόδευαν στο
μεταθανάτιο ταξίδι του. Στο εσωτερικό της θάβονταν συχνά δύο, τρία ή και
περισσότερα μέλη της ίδιας οικογένειας.
Η λέξη σαρκοφάγος
προέρχεται από ένα λίθο, τον lapis sarcophagus. Ο ρωμαίος συγγραφέα
Πλίνιος μας πληροφορεί ότι ο λίθος αυτός είχε την ιδιότητα να λιώνει τα
σώματα των νεκρών μέσα σε 40 ημέρες.
Στη Θεσσαλονίκη, όπως και σε άλλες ρωμαϊκές πόλεις της Μακεδονίας, υπήρχαν πολυάνθρωπες ελληνόφωνες εβραϊκές κοινότητες. Τα μέλη της κοινότητας θάβονταν στο ανατολικό νεκροταφείο, μαζί με τους εθνικούς και τους χριστιανούς. Η περιοχή φιλοξένησε εβραϊκούς τάφους και κατά τα οθωμανικά χρόνια, όταν χιλιάδες ισπανόφωνοι (Σεφαραδίτες) Εβραίοι εγκαταστάθηκαν εδώ στα τέλη του 15ου αιώνα, εκδιωγμένοι από τους βασιλείς της Ισπανίας.
Σύμφωνα με την επιγραφή, τη σαρκοφάγο αυτή αγόρασε ο Εβραίος Μάρκος Αυρήλιος Ιακώβ για τον ίδιο και τη γυναίκα του Άννα. Πρόκειται για τη μοναδική μέχρι τον 3ου αι. μ.Χ. για την ύπαρξη συναγωγής στη Θεσσαλονίκη.