Ένα ταφικό ιερό, με ανάγλυφες παραστάσεις πάνω στον φυσικό βράχο, εντάσσεται στο πνεύμα της σύζευξης του φυσικού περιβάλλοντος με τον ανθρώπινο τεχνητό κόσμο. Το ιερό αυτό είναι σκαμμένο στο βράχο σε σχήμα Π και είναι εντεταγμένο στον γενικό ρυμοτομικό προσανατολισμό της πόλης της Ρόδου, όπως και άλλα ταφικά συγκροτήματα.
Οι λαξευμένες στο βράχο ανάγλυφες μορφές, σήμερα πολύ κατεστραμμένες ανήκουν σ' ένα διονυσιακό θίασο, σαν αυτούς που βλέπουμε σε μεταγενέστερες ανάγλυφες παραστάσεις ρωμαϊκών σαρκοφάγων του 2ου ή 3ου μ.χ. αιώνα. Στο κέντρο της δυτικής (μακράς) πλευράς ήταν λαξευμένη κατά μέτωπο (σώζεται αρκετό τμήμα της) αρχαϊστική μορφή του Διονύσου, γνωστή και από αγάλματα του Αρχαιολογικού Μουσείου. Προς το κεντρικό αυτό πρόσωπο συγκλίνουν οι διάφορες μορφές του διονυσιακού θιάσου. Μια μορφή πάνω σ' ένα γαϊδουράκι δεσπόζει στη δεξιά πλευρά. Βλέπει προς το θεατή και φαίνεται σαν να του νεύει με το υψωμένο δεξί χέρι. Μπροστά της ένας Σάτυρος αυλητής, και μπροστά άπ' αυτόν κάποιος άλλος της ακολουθίας αδειάζει έναν ασκό σε μεγάλο κρατήρα. Αμέσως αριστερά από το θεό σώζεται λίγο το σώμα ενός πάνθηρα, ενώ αριστερότερα ο μαλακός βράχος έχει τριφτεί και δεν μας επιτρέπει να διακρίνουμε άλλες μορφές, παρά μόνο ένα κρατήρα.
Στη νότια, αριστερή προς έμας, παρειά του βράχου διακρίνεται μια ξαπλωμένη ανδρική μορφή, και δεξιά μια έντονα κινημένη γυναικεία, που απλώνει προς τα εμπρός το αριστερό χέρι.
Στη βόρεια, δεξιά προς έμας, παρειά, μπροστά από ένα παραπέτασμα μόλις διακρίνεται μια παιδική μορφή με κάδο στο δεξί χέρι, και δεξιότερα μια άλλη μορφή, που σηκώνει στην πλάτη έναν οξύπυθμενο αμφορέα.
Όλη η σύνθεση είχε επιστρωθεί με κονίαμα, που οπωςδήποτε είχε χρώματα.
Όπως δείχνουν κατάλοιπα και λαξεύματα στους βράχους, θα πρέπει να υπήρχαν και κινητά μαρμάρινα επιτύμβια ή αναθηματικά μνημεία (βωμοί, αγάλματα κτλ.) ενώ τη γενική εικόνα πρέπει να συμπλήρωνε πλούσια βλάστηση.